lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανώμαλος στα δανική

Λέξη:
ανώμαλος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (8):
abnorm, rørig, uordentlig, forkert, gal, irregulær, ukorrekt, barsk
Σχετικές λέξεις:
δανική ανώμαλος, ανώμαλος στα δανική, abnorm στα ελληνικά
ανώμαλος στα δανική