lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανώμαλος στα γερμανικά

Λέξη:
ανώμαλος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (16):
abnorm, abnormal, anomal, anormal, falsch, fehlerhaft, holprig, liederlich, rau, ruckartig, uneben, ungerade, ungleich, unordentlich, unregelmäßig, unrichtig
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ανώμαλος, ανώμαλος στα γερμανικά, abnorm στα ελληνικά
ανώμαλος στα γερμανικά