lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προσωρινός στα γαλλικά

Λέξη:
προσωρινός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (12):
démarrage, immédiat, instantané, intermédiaire, intérimaire, momentané, morgue, passager, provisionnel, provisoire, temporaire, transitoire
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά προσωρινός, προσωρινόσ πίνακασ κατάταξησ για το πρόγραμμα κοινωφελούσ χαρακτήρα, προσωρινόσ ενεργειακόσ επιθεωρητήσ, προσωρινός συνώνυμα, προσωρινός στα αγγλικά, προσωρινός πίνακας κατάταξης στο πρόγραμμα «κοινωφελούς εργασίας», προσωρινός στα γαλλικά, démarrage στα ελληνικά
προσωρινός στα γαλλικά