lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προσωρινός στα νορβηγικά

Λέξη:
προσωρινός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (11):
forbigående, foreløpig, gjennomgående, kortvarig, midlertidig, provisorisk, summarisk, temporær, tilfeldig, umiddelbar, øyeblikkelig
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά προσωρινός, προσωρινόσ πίνακασ κατάταξησ για το πρόγραμμα κοινωφελούσ χαρακτήρα, προσωρινόσ ενεργειακόσ επιθεωρητήσ, προσωρινός συνώνυμα, προσωρινός στα αγγλικά, προσωρινός πίνακας κατάταξης στο πρόγραμμα «κοινωφελούς εργασίας», προσωρινός στα νορβηγικά, forbigående στα ελληνικά
προσωρινός στα νορβηγικά