lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προσωρινός στα ουγγρική

Λέξη:
προσωρινός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
pillanatnyi, átmenet, átmeneti, ideiglenes
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική προσωρινός, προσωρινόσ πίνακασ κατάταξησ για το πρόγραμμα κοινωφελούσ χαρακτήρα, προσωρινόσ ενεργειακόσ επιθεωρητήσ, προσωρινός συνώνυμα, προσωρινός στα αγγλικά, προσωρινός πίνακας κατάταξης στο πρόγραμμα «κοινωφελούς εργασίας», προσωρινός στα ουγγρική, pillanatnyi στα ελληνικά
προσωρινός στα ουγγρική