lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προσωρινός στα σουηδικά

Λέξη:
προσωρινός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (6):
övergående, tillfällig, summarisk, provisorisk, kortvarig, temporär
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά προσωρινός, προσωρινόσ πίνακασ κατάταξησ για το πρόγραμμα κοινωφελούσ χαρακτήρα, προσωρινόσ ενεργειακόσ επιθεωρητήσ, προσωρινός συνώνυμα, προσωρινός στα αγγλικά, προσωρινός πίνακας κατάταξης στο πρόγραμμα «κοινωφελούς εργασίας», προσωρινός στα σουηδικά, övergående στα ελληνικά
προσωρινός στα σουηδικά