lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έκρηξη στα γερμανικά

Λέξη:
έκρηξη (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (7):
detonation, explosion, donner, dröhnen, knall, ausbruch, eruption
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά έκρηξη, έκρηξη στο χάρλεμ, έκρηξη στο δημαρχείο κερατσινίου, έκρηξη στην τουγκούσκα, έκρηξη στην καλαμάτα, έκρηξη στη θεσσαλονίκη, έκρηξη στα γερμανικά, detonation στα ελληνικά
έκρηξη στα γερμανικά