lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έκρηξη στα λευκορωσίας

Λέξη:
έκρηξη (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (6):
дэтанацыя, выбух, грохат, вывяржэнне, выкіданне, выкрыкванне
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας έκρηξη, έκρηξη στο χάρλεμ, έκρηξη στο δημαρχείο κερατσινίου, έκρηξη στην τουγκούσκα, έκρηξη στην καλαμάτα, έκρηξη στη θεσσαλονίκη, έκρηξη στα λευκορωσίας, дэтанацыя στα ελληνικά
έκρηξη στα λευκορωσίας