lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έκρηξη στα ιταλικά

Λέξη:
έκρηξη (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (8):
detonazione, scoppio, esplosione, fragore, rombo, scroscio, eruzione, salva
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά έκρηξη, έκρηξη στο χάρλεμ, έκρηξη στο δημαρχείο κερατσινίου, έκρηξη στην τουγκούσκα, έκρηξη στην καλαμάτα, έκρηξη στη θεσσαλονίκη, έκρηξη στα ιταλικά, detonazione στα ελληνικά
έκρηξη στα ιταλικά