lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αγγίζω στα γερμανικά

Λέξη:
αγγίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (19):
ablaufen, anfassen, anfühlen, angreifen, anrühren, antasten, begreifen, berühren, berührung, bewegen, duzen, fühlen, gefühlssinn, gerührt, rühren, tasten, tastsinn, ticken, tippen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά αγγίζω, σε αγγίζω, αγγίζω το ξυράφι λίγο λίγο στάζει αίμα και μου φαίνεται αστείο, αγγίζω συνώνυμο, αγγίζω συνώνυμα, αγγίζω στα αγγλικά, αγγίζω στα γερμανικά, ablaufen στα ελληνικά
αγγίζω στα γερμανικά