lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αγγίζω στα γαλλικά

Λέξη:
αγγίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (22):
agiter, atteinte, attouchement, attoucher, bouger, branler, contact, dot, friser, mouvoir, palper, part, remue, remuer, tact, tique, touche, toucher, tutoyer, tâter, tâtonner, émouvoir
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά αγγίζω, σε αγγίζω, αγγίζω το ξυράφι λίγο λίγο στάζει αίμα και μου φαίνεται αστείο, αγγίζω συνώνυμο, αγγίζω συνώνυμα, αγγίζω στα αγγλικά, αγγίζω στα γαλλικά, agiter στα ελληνικά
αγγίζω στα γαλλικά