lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αγγίζω στα λευκορωσίας

Λέξη:
αγγίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (6):
дачыненне, пхаць, соваць, соўгаць, цягнуць, штурхаць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας αγγίζω, σε αγγίζω, αγγίζω το ξυράφι λίγο λίγο στάζει αίμα και μου φαίνεται αστείο, αγγίζω συνώνυμο, αγγίζω συνώνυμα, αγγίζω στα αγγλικά, αγγίζω στα λευκορωσίας, дачыненне στα ελληνικά
αγγίζω στα λευκορωσίας