lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αγγίζω στα τσεχική

Λέξη:
αγγίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (35):
aut, bouřit, cit, dojmout, dotek, dotknutí, dotyk, hmat, hmatat, hnout, hýbat, klávesa, klíště, kolébat, kontakt, kývat, mávat, míchat, ohmatat, ohmatání, ohmatávat, omak, pohnout, pohybovat, pohánět, rozkývat, rána, sahat, spojení, styk, vrtět, zamíchat, zasáhnout, úder, úhoz
Σχετικές λέξεις:
τσεχική αγγίζω, σε αγγίζω, αγγίζω το ξυράφι λίγο λίγο στάζει αίμα και μου φαίνεται αστείο, αγγίζω συνώνυμο, αγγίζω συνώνυμα, αγγίζω στα αγγλικά, αγγίζω στα τσεχική, aut στα ελληνικά
αγγίζω στα τσεχική