lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανωφελής στα γερμανικά

Λέξη:
ανωφελής (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (5):
müßig, nutzlos, unnütz, zwecklos, unfruchtbar
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ανωφελής, ο ανωφελήσ, ανωφελής κώνωψ, ανωφελής στα γερμανικά, müßig στα ελληνικά
ανωφελής στα γερμανικά