lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυθεντικός στα γερμανικά

Λέξη:
αυθεντικός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (17):
authentisch, bestimmt, echt, eigentlich, gewiss, glaubhaft, glaubwürdig, plausibel, richtig, sicher, wahnwitzig, wahr, wahrgenommen, wahrhaft, wahrhaftig, wirklich, zuverlässig
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά αυθεντικός, αυθεντικός τσελεμεντές, αυθεντικός συνώνυμο, αυθεντικός μαραθώνιος, αυθεντικός ιρλανδέζικος καφές, αυθεντικός αντωνυμο, αυθεντικός στα γερμανικά, authentisch στα ελληνικά
αυθεντικός στα γερμανικά