lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυθεντικός στα λευκορωσίας

Λέξη:
αυθεντικός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (12):
арыгінальны, аўтэнтычны, верагодны, гэты, дадзены, дакладны, праўдзівы, пэўны, сапраўдны, сучасны, цяперашні, шчыры
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας αυθεντικός, αυθεντικός τσελεμεντές, αυθεντικός συνώνυμο, αυθεντικός μαραθώνιος, αυθεντικός ιρλανδέζικος καφές, αυθεντικός αντωνυμο, αυθεντικός στα λευκορωσίας, арыгінальны στα ελληνικά
αυθεντικός στα λευκορωσίας