αυθεντικός στα αγγλικά αυθεντικός στα τσεχική αυθεντικός στα γερμανικά αυθεντικός στα δανική αυθεντικός στα ισπανικά αυθεντικός στα γαλλικά αυθεντικός στα ιταλικά αυθεντικός στα νορβηγικά αυθεντικός στα ρωσικά αυθεντικός στα σουηδικά αυθεντικός στα λευκορωσίας αυθεντικός στα εσθονική αυθεντικός στα φινλανδικά αυθεντικός στα λιθουανική αυθεντικός στα πορτογαλικά αυθεντικός στα ρουμανική αυθεντικός στα ουκρανικά αυθεντικός στα πολωνική αυθεντικός στα αλβανικά αυθεντικός στα κροατικά αυθεντικός στα ουγγρική
ικανός στα ουκρανικά τεχνίτης στα αγγλικά περιορισμός στα αγγλικά λέσχη στα γερμανικά φανελάκι στα πορτογαλικά