lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ποτίζω στα γερμανικά

Λέξη:
ποτίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (4):
begießen, gießen, wässern, sprengen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ποτίζω, ποτίζω συνώνυμα, ποτίζω στα αγγλικά, ποτίζω ονειροκρίτης, ποτίζω ντομάτες, αόριστος ποτίζω, ποτίζω στα γερμανικά, begießen στα ελληνικά
ποτίζω στα γερμανικά