lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ποτίζω στα σουηδικά

Λέξη:
ποτίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά ποτίζω, ποτίζω συνώνυμα, ποτίζω στα αγγλικά, ποτίζω ονειροκρίτης, ποτίζω ντομάτες, αόριστος ποτίζω, ποτίζω στα σουηδικά, begjuta στα ελληνικά
ποτίζω στα σουηδικά