lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όταν στα γερμανικά

Λέξη:
όταν (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (12):
als, falls, indem, insofern, ob, seit, seitdem, wankt, wann, wenigstes, wenn, wofern
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά όταν, όταν χαράζει, όταν το δείτε αυτό δεν θα ξαναπιείτε coca cola (βίντεο), όταν το δείτε αυτό δεν θα ξαναπιείτε coca cola, όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια, όταν σε κοιτώ, όταν στα γερμανικά, als στα ελληνικά
όταν στα γερμανικά