lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αντιγράφω στα δανική

Λέξη:
αντιγράφω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
efterligne, imitere, kopiere, nummer, afbild, forordne
Σχετικές λέξεις:
δανική αντιγράφω, πως αντιγράφω, αντιγράφω προστακτική, αντιγράφω αντέγραψε, αντιγράφω στα δανική, efterligne στα ελληνικά
αντιγράφω στα δανική