lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κυβερνώ στα δανική

Λέξη:
κυβερνώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (9):
beherske, dominere, herske, rå, regere, styre, bestyre, hærskare, regel
Σχετικές λέξεις:
δανική κυβερνώ, κυβερνώ συνώνυμο, κυβερνώ συνώνυμα, κυβερνώ παθητική φωνή, κυβερνώ μια διεφθαρμένη χώρα, κυβερνώ ετυμολογία, κυβερνώ στα δανική, beherske στα ελληνικά
κυβερνώ στα δανική