lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κυβερνώ στα ρωσικά

Λέξη:
κυβερνώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (6):
властвовать, господствовать, править, управлять, царить, царствовать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά κυβερνώ, κυβερνώ συνώνυμο, κυβερνώ συνώνυμα, κυβερνώ παθητική φωνή, κυβερνώ μια διεφθαρμένη χώρα, κυβερνώ ετυμολογία, κυβερνώ στα ρωσικά, властвовать στα ελληνικά
κυβερνώ στα ρωσικά