lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λάμπω στα δανική

Λέξη:
λάμπω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (12):
blinke, flimre, glans, glimre, glimte, glinse, glitre, lys, lyse, oplyse, prange, skinne
Σχετικές λέξεις:
δανική λάμπω, λάμπω συνώνυμα, λάμπω στίχοι, λάμπω βικιλεξικο, λάμπω άννα βίσση, λάμπω στα δανική, blinke στα ελληνικά
λάμπω στα δανική