lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λάμπω στα αλβανικά

Λέξη:
λάμπω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-αλβανικά
Μεταφράσεις (2):
shkëlqej, ndriçoj
Σχετικές λέξεις:
αλβανικά λάμπω, λάμπω συνώνυμα, λάμπω στίχοι, λάμπω βικιλεξικο, λάμπω άννα βίσση, λάμπω στα αλβανικά, shkëlqej στα ελληνικά
λάμπω στα αλβανικά