lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ξακουστός στα δανική

Λέξη:
ξακουστός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (7):
anseende, berømt, prominent, fremragende, herlig, storartet, ypperlig
Σχετικές λέξεις:
δανική ξακουστός, ξακουστός συνώνυμα, ξακουστός ο πορθμός του ευρίπου, ξακουστός γυναικολόγος σέρρες, ξακουστός στα δανική, anseende στα ελληνικά
ξακουστός στα δανική