lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ξακουστός στα αγγλικά

Λέξη:
ξακουστός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (25):
accomplished, brilliant, capital, celebrated, celebrity, distinguished, eminent, excellent, exquisite, fabled, famed, famous, far-famed, glorious, grand, illustrious, illustriousness, notable, noted, renowned, reputed, superb, tip-top, tiptop, well-known
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά ξακουστός, ξακουστός συνώνυμα, ξακουστός ο πορθμός του ευρίπου, ξακουστός γυναικολόγος σέρρες, ξακουστός στα αγγλικά, accomplished στα ελληνικά
ξακουστός στα αγγλικά