lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ξακουστός στα ρωσικά

Λέξη:
ξακουστός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (14):
видный, выдающийся, замечательный, знаменит, знаменитый, известный, именитый, отличный, превосходный, прославлен, прославленный, славен, славный, славящийся
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά ξακουστός, ξακουστός συνώνυμα, ξακουστός ο πορθμός του ευρίπου, ξακουστός γυναικολόγος σέρρες, ξακουστός στα ρωσικά, видный στα ελληνικά
ξακουστός στα ρωσικά