lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ξακουστός στα λευκορωσίας

Λέξη:
ξακουστός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (7):
выдатны, праслаўлены, славуты, слаўны, услаўлены, надзвычайны, цудоўны
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας ξακουστός, ξακουστός συνώνυμα, ξακουστός ο πορθμός του ευρίπου, ξακουστός γυναικολόγος σέρρες, ξακουστός στα λευκορωσίας, выдатны στα ελληνικά
ξακουστός στα λευκορωσίας