lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περιέχω στα δανική

Λέξη:
περιέχω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (5):
begrine, indeholde, omfatte, omfavne, rumme
Σχετικές λέξεις:
δανική περιέχω, περιέχω συνώνυμα, περιέχω στα αγγλικά, περιέχω αγγλικά, περιέχω translate, περιέχω στα δανική, begrine στα ελληνικά
περιέχω στα δανική