lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μειονέκτημα στα νορβηγικά

Λέξη:
μειονέκτημα (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (21):
brist, defekt, feil, fiasko, hake, last, lesjon, mangel, men, misstag, mistak, mén, overlast, skada, skade, skavank, svikt, synd, ugagn, ulempe, uvane
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά μειονέκτημα, μειονέκτημα των παραδοσιακών μεθόδων αξιολόγησης επενδύσεων είναι, μειονέκτημα των δικτύων οπτικών ινών, μειονέκτημα της χρηματοδοτικής μίσθωσης είναι, μειονέκτημα συνώνυμο, μειονέκτημα english, μειονέκτημα στα νορβηγικά, brist στα ελληνικά
μειονέκτημα στα νορβηγικά