lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περιέχω στα τσεχική

Λέξη:
περιέχω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (19):
chápat, implikovat, obejmout, objímat, obklopit, obklopovat, obsahovat, obsáhnout, pochopit, pojmout, porozumět, přechovávat, rozumět, uzavřít, zachycovat, zadržet, zadržovat, zahrnout, zahrnovat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική περιέχω, περιέχω συνώνυμα, περιέχω στα αγγλικά, περιέχω αγγλικά, περιέχω translate, περιέχω στα τσεχική, chápat στα ελληνικά
περιέχω στα τσεχική