lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συντρίβω στα δανική

Λέξη:
συντρίβω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
brække, knuse
Σχετικές λέξεις:
δανική συντρίβω, συντρίβω στα δανική, brække στα ελληνικά
συντρίβω στα δανική