lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συντρίβω στα ισπανικά

Λέξη:
συντρίβω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (10):
cachar, cascar, desbaratar, desplegar, destrozar, estrellar, quebrantar, quebrar, romper, reventar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά συντρίβω, συντρίβω στα ισπανικά, cachar στα ελληνικά
συντρίβω στα ισπανικά