lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τακτοποιώ στα δανική

Λέξη:
τακτοποιώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (5):
befale, ordne, forhandle, arrangere, møblers
Σχετικές λέξεις:
δανική τακτοποιώ, τακτοποιώ συνώνυμο, τακτοποιώ ονειροκρίτης, τακτοποιώ λεξικο, τακτοποιώ αγγλικα, τακτοποιώ στα δανική, befale στα ελληνικά
τακτοποιώ στα δανική