lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εγκαθιστώ στα ισπανικά

Λέξη:
εγκαθιστώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (17):
acomodar, albergar, apostar, basar, cimentar, colocar, constituir, crear, establecer, fundar, instalar, instalarse, instituir, meter, poner, situar, suponer
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά εγκαθιστώ, εγκαθιστώ συνώνυμα, εγκαθιστώ στα αγγλικά, εγκαθιστώ κληρονόμο, εγκαθιστώ κλίση, εγκαθιστώ αγγλικα, εγκαθιστώ στα ισπανικά, acomodar στα ελληνικά
εγκαθιστώ στα ισπανικά