lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επισυνάπτω στα ιταλικά

Λέξη:
επισυνάπτω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (5):
agganciare, appiccicare, attaccare, legare, fissare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά επισυνάπτω, επισυνάπτω το βιογραφικό μου σημείωμα, επισυνάπτω συνώνυμο, επισυνάπτω στα γαλλικα, επισυνάπτω σημασία, επισυνάπτω ορισμός, επισυνάπτω στα ιταλικά, agganciare στα ελληνικά
επισυνάπτω στα ιταλικά