lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ντροπαλός στα ιταλικά

Λέξη:
ντροπαλός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (9):
pauroso, pavido, ritroso, timido, timoroso, modesto, modico, pudico, umile
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά ντροπαλός, ντροπαλός συνώνυμο, ντροπαλός συνώνυμα, ντροπαλός σκορπιός, ντροπαλός ελευσίνας, ντροπαλός αντίθετο, ντροπαλός στα ιταλικά, pauroso στα ελληνικά
ντροπαλός στα ιταλικά