ντροπαλός στα αγγλικά ντροπαλός στα τσεχική ντροπαλός στα γερμανικά ντροπαλός στα δανική ντροπαλός στα ισπανικά ντροπαλός στα γαλλικά ντροπαλός στα ιταλικά ντροπαλός στα ρωσικά ντροπαλός στα σουηδικά ντροπαλός στα εσθονική ντροπαλός στα φινλανδικά ντροπαλός στα κροατικά ντροπαλός στα ουγγρική ντροπαλός στα πορτογαλικά ντροπαλός στα πολωνική ντροπαλός στα λευκορωσίας ντροπαλός στα ουκρανικά
διφορούμενος στα γαλλικά γεωργία στα ρουμανική βότκα στα γαλλικά μειώνω στα ιταλικά μεσόνιο στα ρωσικά
βότκα πορτοκάλι γεωργία σάλπα διφορούμενος συνώνυμο μειώνω μετάφραση