lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εναλλάσσω στα λευκορωσίας

Λέξη:
εναλλάσσω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (5):
відазмяняць, зменьваць, мяняць, перайначваць, пераменьваць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας εναλλάσσω, εναλλάσσω στα λευκορωσίας, відазмяняць στα ελληνικά
εναλλάσσω στα λευκορωσίας