lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εναλλάσσω στα σουηδικά

Λέξη:
εναλλάσσω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (8):
ändra, ändring, byt, förvandla, omkastning, omväxla, omväxling, växla
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά εναλλάσσω, εναλλάσσω στα σουηδικά, ändra στα ελληνικά
εναλλάσσω στα σουηδικά