lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εναλλάσσω στα γερμανικά

Λέξη:
εναλλάσσω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (12):
ablösen, abwechseln, abändern, modifizieren, umwandeln, umwechseln, umziehen, verstellen, verändern, wandeln, wechseln, ändern
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά εναλλάσσω, εναλλάσσω στα γερμανικά, ablösen στα ελληνικά
εναλλάσσω στα γερμανικά