lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εναλλάσσω στα φινλανδικά

Λέξη:
εναλλάσσω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (5):
muuttaa, parantaa, uudistaa, väännellä, vaihtaa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά εναλλάσσω, εναλλάσσω στα φινλανδικά, muuttaa στα ελληνικά
εναλλάσσω στα φινλανδικά