lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θλιβερός στα λευκορωσίας

Λέξη:
θλιβερός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (6):
непрыемны, прыкры, бездапаможны, жаласны, няшчасны, скаргавы
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας θλιβερός, μανώλης θλιβερός, θλιβερόσ χειμώνασ, θλιβερός συνώνυμα, θλιβερός στα λευκορωσίας, непрыемны στα ελληνικά
θλιβερός στα λευκορωσίας