lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συναρμολογώ στα λευκορωσίας

Λέξη:
συναρμολογώ (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (3):
гатаваць, збіраць, падаваць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας συναρμολογώ, συναρμολογώ συνώνυμα, συναρμολογώ μετάφραση, συναρμολογώ english, συναρμολογώ στα λευκορωσίας, гатаваць στα ελληνικά
συναρμολογώ στα λευκορωσίας