lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συναρμολογώ στα πολωνική

Λέξη:
συναρμολογώ (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (2):
gromadzić, zbierać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική συναρμολογώ, συναρμολογώ συνώνυμα, συναρμολογώ μετάφραση, συναρμολογώ english, συναρμολογώ στα πολωνική, gromadzić στα ελληνικά
συναρμολογώ στα πολωνική