lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυλόπορτα στα λιθουανική

Λέξη:
αυλόπορτα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (5):
vartai, barjeras, pylimas, užtvanka, užtvara
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική αυλόπορτα, συρόμενη αυλόπορτα, σιδερένια αυλόπορτα, αυτόματη αυλόπορτα, αυλόπορτα τιμές, αυλόπορτα συρόμενη δίφυλλη επάλληλη, αυλόπορτα στα λιθουανική, vartai στα ελληνικά
αυλόπορτα στα λιθουανική