lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κάνω στα λιθουανική

Λέξη:
κάνω (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (4):
vadovauti, dirbti, gaminti, veikti
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική κάνω, κάνω τον κόσμο ανάκατο, κάνω τον κινέζο, κάνω το σταυρό μου english, κάνω συνώνυμο, κάνω μια ευχή στίχοι, κάνω στα λιθουανική, vadovauti στα ελληνικά
κάνω στα λιθουανική