lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: νεφελώδης

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
abstract, bleary, cloudy, dim, dull, feculent, glassy, muddy, opaque, tedious, turbid, unsettled, woolly
νεφελώδης
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
chmurný, kalný, matný, mlhavý, mlhovitý, nejasný, oblačný, pochmurný, pomatený, pošmourný, zakalený, zamračený, zasmušilý, zmatený, šerý
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dunkel, matt, trotzte, trüb, trübe
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
grumset, mørk, okular, skum, sløv
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
nebuloso, nubloso, oscuro, turbio
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
confus, féculent, louche, nébuleux, sombre, terne, trouble
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
annuvolato, appannato, cupo, insipido, nuvolo, oscuro, torbido
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dim, grumlig, grumset, mørk, okular, skum, sløv
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
мутен, мутный, тускл, тусклый
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
grumlig, grumset, oklar, otydlig, skum
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
каламутны, мутны, тямны, цьмяны
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
himmeä, hämärä, sumea
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
taman
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
borús, ködös
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
escuro, nebuloso, opaco
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
блідий, брудний, глянсуватий, забруднений, зблідлий, каламутний, мутний, скловидний, смутний, сумний, сумувати, тьмяний, хмарний
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
mętny

Σχετικές λέξεις

νεφελώδησ λεοπάρδαλη, νεφελώδης καιρός