lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έχω στα νορβηγικά

Λέξη:
έχω (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (11):
besitta, besitte, eie, få, ha, inneha, inneholde, må, speisa, spise, æsa
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά έχω, έχω όλους τους δίσκους τους, έχω τρελαθεί μαζί σου στίχοι, έχω τρελαθεί μαζί σου, έχω εσένα, έχω γιορτή, έχω στα νορβηγικά, besitta στα ελληνικά
έχω στα νορβηγικά